Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
δαγκανάρι — το η δαγκάνα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
δαγκανάρα — η και δαγκανάρι, το [δαγκάνα] η δαγκάνα … Dictionary of Greek